- ὑδρομαντεία
- ὑδρο-μαντεία, ἡ,A water-divination, Augustin.De Civ.Dei 7.35.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
υδρομαντεία — Η πρόβλεψη του μέλλοντος, από την εξέταση των κυματισμών, της διαφάνειας και του χρώματος του νερού. Σύμφωνα με τον Ρωμαίο ιστορικό και αρχαιοδίφη Ουάρωα, οι Έλληνες παρέλαβαν την υ. από τους Πέρσες, την εποχή της εκστρατείας του Ξέρξη στην… … Dictionary of Greek
ὑδρομαντείας — ὑδρομαντείᾱς , ὑδρομαντεία water divination fem acc pl ὑδρομαντείᾱς , ὑδρομαντεία water divination fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ДИВИНАЦИЯ — • Divinatio, 1. искусство и дар гадания, μαντική, т. е. τέχνη. Вера в способность людей предсказывать будущее посредством возбужденной божественной силы и узнавать волю богов, не пользуясь обыкновенными средствами ума, встречается во… … Реальный словарь классических древностей
hidromancia — (Del gr. hydor, agua + manteia, adivinación.) ► sustantivo femenino OCULTISMO Adivinación por medio de la observación del agua. TAMBIÉN hidromancía * * * hidromancia o hidromancía (del lat. «hydromantīa», del gr. «hydromanteía») f. Adivinación… … Enciclopedia Universal
hidromancía — (Del gr. hydor, agua + manteia, adivinación.) ► sustantivo femenino OCULTISMO Adivinación por medio de la observación del agua. TAMBIÉN hidromancía * * * hidromancia o hidromancía (del lat. «hydromantīa», del gr. «hydromanteía») f. Adivinación… … Enciclopedia Universal
HYDROMANTIA — Graece ὑδρομαντεία, ars divinandi ex aqua, Veteribus, huiusmodi superstitionibus addictis, multo in usu fuit. Et quidem aquâ implebatur cyathus, annulusque filio suspensus ex digito librabatur in aquam, atque sic conceptis verbis postulabatur rei … Hofmann J. Lexicon universale
πυρομαντεία — Η μαντεία μέσω της φωτιάς, μία από τις μαντικές τεχνικές μέσω των φυσικών στοιχείων, που εφαρμόζονταν κατά την αρχαιότητα μαζί με την υδρομαντεία, την αερομαντεία και τη γεωμαντεία. Η μαντική αυτή μέθοδος συνίστατο στην παρατήρηση της… … Dictionary of Greek
υγρομαντεία — ἡ, Α η υδρομαντεία. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑγρός + μαντεία] … Dictionary of Greek
υδρ(ο)- — ΝΜΑ 1. πρώτο συνθετικό πολλών λέξεων τής Ελληνικής που ανάγεται στο θ. ὑδρ τού ὕδωρ (για την ετυμολ. τού συνθετικού βλ. λ. ύδωρ) 2. πρώτο συνθετικό πολλών επιστημονικών όρων που έχουν εισαχθεί στη Νέα Ελληνική ως αντιδάνεια ή νόθα αντιδάνεια, το… … Dictionary of Greek
υδρομάντευση — η, Ν υδρομαντεία. [ΕΤΥΜΟΛ. < υδρ(ο) * + μαντεύω] … Dictionary of Greek
υδρομάντης — ο / ὑδρόμαντις, άντεως, ὁ και ἡ, ΝΑ αυτός που ασκεί υδρομαντεία. [ΕΤΥΜΟΛ. < υδρ(ο) * + μάντις (πρβλ. πυρό μαντις)] … Dictionary of Greek